Κύηση και Διαβήτης

Ο σακχαρώδης διαβήτης παρουσιάζεται στην εγκυμοσύνη σε δύο κατηγορίες γυναικών :

  1. Σε γυναίκες με ήδη γνωστό σακχαρώδη διαβήτη που τις περισσότερες φορές είναι τύπου 1 και ρυθμίζονται με ινσουλίνη και πολύ σπάνια τύπου 2 και ρυθμίζονται με αντιδιαβητικά δισκία και
  2. Σε γυναίκες που ο σακχαρώδης διαβήτης εμφανίζεται κατά την διάρκεια της κύησης και γι αυτό τον λόγο ονομάζεται διαβήτης της κύησης.

ΚΥΗΣΗ ΣΕ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΕ ΓΝΩΣΤΟ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗ ΔΙΑΒΗΤΗ

Υπολογίζεται ότι το 0,2 – 0,3 % των κυήσεων απαντούν σε γυναίκες με ήδη γνωστό σακχαρώδη διαβήτη. Στα άτομα αυτά η πιθανότητα γέννησης παιδιού με συγγενείς ανωμαλίες αυξάνεται κατά 2 – 5 φορές σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό, εξαρτάται Δε από την σωστή ή όχι ρύθμιση της γλυκόζης του αίματος στις μητέρες κατά το πρώτο τρίμηνο της κύησης.

Συνιστάται στις νεαρές γυναίκες με σακχαρώδη διαβήτη ο σωστός οικογενειακός προγραμματισμός και η όσο το δυνατόν καλύτερη ρύθμισή της γλυκόζης του αίματος πριν από την σύλληψη δεδομένου ότι από πολλές μελέτες έχει βρεθεί ότι με τον τρόπο αυτό η πιθανότητα γέννησης παιδιού με κάποια μορφή συγγενούς ανωμαλίας ανέρχεται σε 2,1%, ποσοστό που είναι απόλυτα συγκρίσιμο με τον γενικό πληθυσμό (1,7%), ενώ σε αντίθετη περίπτωση το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 9%.

Η ρύθμιση κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης γίνεται πάντα με δίαιτα και ινσουλίνη σε σχήμα πολλαπλών ενέσεων.

ΔΙΑΒΗΤΗΣ ΤΗΣ ΚΥΗΣΗΣ

Η συχνότητα ποικίλει σημαντικά και παρουσιάζει γεωγραφικές, εθνικές και φυλετικές διαφορές, κυμαίνεται Δε μεταξύ 1 και 6 % εξαρτώμενη επιπλέον και από τον τρόπο διάγνωσης της νόσου.

Λόγω της σχετικά μεγάλης συχνότητας συνιστάται πλέον σε σχεδόν όλες τις εγκυμονούσες να υποβάλλονται σε δοκιμασία ανοχής γλυκόζης μεταξύ 24ης και 28ης εβδομάδας της κύησης. Εξαίρεση αποτελούν οι γυναίκες με φυσιολογικό βάρος σώματος, ηλικίας < 24 ετών, που δεν έχουν οικογενειακό ιστορικό διαβήτη.

Η αντιμετώπιση συνίσταται στην χορήγηση κατάλληλου διαιτολογίου και ακολούθως ινσουλίνης εφόσον δεν επιτευχθούν οι στόχοι της θεραπείας με σκοπό την αποφυγή γέννησης  παιδιού με μακροσωμία, υπογλυκαιμία, υπασβεστιαμία και υπερχολερυθριναιμία.

Οι γυναίκες αυτές στην μετέπειτα ζωή τους παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 που κυμαίνεται μεταξύ 40 και 60 %.

Τα τελευταία χρόνια γίνεται προσπάθεια για την καλύτερη και σωστότερη αντιμετώπιση των γυναικών αυτών από ομάδα πλέον γιατρών που αποτελείται από τον μαιευτήρα, τον διαβητολόγο και τον νεογνολόγο με σκοπό την γέννηση παιδιών τελειομήνων, με φυσιολογικό τοκετό, χωρίς την ύπαρξη συγγενών ανωμαλιών ή μακροσωμίας.

Comments are closed.